– Ευτυχώς! Ζεις! Θα ήταν τουλάχιστον τραγικό αν το μόνο τραγούδι που θα έγραφα για σένα θα ακουγόταν στον επικήδειο σου!
Η ενοχλητικά ενθουσιώδης φωνή του βάρδου ήχησε στα αυτιά του μακρινή, σαν να ερχόταν μέσα από ένα σφραγισμένο πιθάρι. Ανοιγόκλεισε τα μάτια του προσπαθώντας να ξεθολώσει το βλέμμα του. Ο Razier βρισκόταν ξαπλωμένος στις σκληρές σανίδες του πατώματος. Τα μάτια του ήταν και πάλι ανθρώπινα και είχε βρει το χρώμα του. Λίγα εκατοστά πάνω απ’το κεφάλι του, τα διαπεραστικά μάτια του βάρδου τον κοίταγαν εξεταστικά. Πόση ώρα είχε μείνει αναίσθητος στο πάτωμα, δεν μπορούσε να πει.
– Η κυρά σου, όμως, δεν δείχνει και τόσο καλά, συνέχισε ο βάρδος.
Ο hunter ανακάθισε με κόπο. Σκούπισε με το χέρι του την υγρή λάσπη που έτρεχε στα μάτια του, και με έναν μορφασμό πόνου, σηκώθηκε αργά και στάθηκε και πάλι στα πόδια του. Ψηλάφισε τον θώρακα της δερμάτινης πανοπλίας του κάτω απ’τα πλευρά του και ανακάλυψε ένα σκίσιμο στο σκληρό υλικό. Κάτι ζεστό έτρεξε στα δάχτυλά του.
– Σου είπα να εξαφανιστείς από εδώ μέσα βάρδε, είπε βραχνά, μέσα απ’τα δόντια του.
– Πω πω! Είναι… καυτή!, είπε εκείνος ενώ τώρα στεκόταν στο κεφαλάρι του κρεβατιού και τα δάχτυλά του άγγιξαν το μέτωπο της κοπέλας. Το σκοτεινό βλέμμα του hunter τον κάρφωσε. Ε…καίγεται στον πυρετό!, έσπευσε να συμπληρώσει.
Ο hunter παραμέρισε τον βάρδο και πλησίασε την γυναίκα. Ακούμπησε το μέτωπό της και το καυτό της δέρμα επιβεβαίωσε τους φόβους του. Ανασήκωσε τα σκεπάσματα κι αποκάλυψε το γυμνό πόδι της. Έβγαλε ένα μικρό μαχαίρι απ’την ζώνη του κι έκοψε τις αυτοσχέδιες γάζες γύρω απ’τον μηρό της. Η πληγή δεν έδειχνε να βελτιώνεται. Κάθε άλλο. Είχε αρχίσει να κακοφορμίζει, πύον και αίμα έτρεχαν, ενώ το δέρμα της είχε αποκτήσει μία μπλαβί, δυσοίωνη απόχρωση.
– Ω… αυτό μάλλον δεν είναι καλό σημάδι, είπε ο βάρδος, σκυμμένος πάνω απ’τον ώμο του Razier, αγνοώντας την εχθρική του διάθεση.
Εκείνος γύρισε απειλητικά προς το μέρος του και τον άρπαξε απ’τον σβέρκο.
– Στάσου! Περίμενε! Ίσως σου φανώ χρήσιμος!, διαμαρτυρήθηκε ο βάρδος, καθώς τον έσπρωχνε βίαια προς την πόρτα του δωματίου.
–Το μόνο που μου έχεις φανεί είναι ενοχλητικός. Αντίο βάρδε, δεν χάρηκα για την γνωριμία, είπε o hunter, καθώς τον έσπρωξε έξω απ’το δωμάτιο, και έκλεισε με δύναμη την πόρτα.
Ανακουφισμένος που ξεφορτώθηκε τον περίεργο εισβολέα, πήρε μια ανάσα και άρχισε να βγάζει προσεκτικά τον δερμάτινο θώρακα της πανοπλίας του.